menu
Σ.Β.Κ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Σύνδεσμος Βετεράνων Καλαθοσφαιριστών Θεσσαλονίκης
Menu Drawer Logo

Έφυγε ο Άγης Κυνηγόπουλος

Μια μεγάλη προσωπικότητα του μπάσκετ και της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης, ο Άγης Κυνηγόπουλος, έφυγε σήμερα Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2021 από την ζωή.

Ο Σύνδεσμος Βετεράνων Καλαθοσφαιριστών Θεσσαλονίκης πενθεί για τον Άγη, έναν άνθρωπο που έχει αφήσει έντονα το στίγμα του στην ιστορία του μπάσκετ της πόλης και όχι μόνο.

Ο εκλεκτός παλαίμαχος δημοσιογράφος Σωτήρης Θεολογίδης ανάρτησε στα social media ένα κείμενο που αναφέρεται στον Άγη Κυνηγόπουλο και αναφέρεται σε πολλές πτυχές της πορείας του στην ζωή. Με την άδεια του κυρίου Θεολογίδη, ο Σύνδεσμος το αναδημοσιεύει σαν αποχαιρετισμό στο εκλεκτό μέλος της οικογένειας του μπάσκετ και των βετεράνων.

Στα φωτογραφικά στιγμιότυπα, ο Άγης Κυνηγόπουλος κατά την τελευταία παρουσία του σε εκδήλωση του Σ.Β.Κ.Θεσσαλονίκης, στην κοπή βασιλόπιτας τον Ιανουάριο του 2020.



ΕΦΥΓΕ Ο ΑΓΗΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΕ ΤΗΝ ΖΩΗ, 


ΤΟΝ ΦΑΚΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ 


Έφυγε σήμερα από τη ζωή, σε ηλικία 89 ετών, ύστερα από σύντομη αλλά ραγδαία επιδείνωση της υγείας του εξαιτίας πρόσφατου τροχαίου ατυχήματος, ο Άγις Κυνηγόπουλος. 


Καλαθοσφαιριστής του Ηρακλή Θεσσαλονίκης, από τα τέλη της δεκαετίας του ΄40, προπονητής της γυναικείας και της ανδρικής ομάδας του συλλόγου του για περισσότερο από μία δεκαετία, διεθνής διαιτητής, αθλητικός παράγοντας σε τοπικό και εθνικό επίπεδο (αντιπρόεδρος της ΕΟΚ, κομισάριος της FIBA) και πολιτευτής ο Άγης Κυνηγόπουλος υπήρξε, από την εφηβική ηλικία του, μια από τις πιο γνωστές φυσιογνωμίες της πόλης του.


Εκείνο που τον έκανε από την αρχή γνωστό ήταν η παθολογική αδυναμία του με τον φωτογραφικό φακό. Μια αδυναμία που πήγαζε, προφανώς, από την επιθυμία του να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής. 


Για τον «Άγη» (όπως ήταν  γνωστός σε όλους εντός και εκτός των τειχών της συμπρωτεύουσας) θα μπορούσε να ισχύει έστω και καθ΄υπερβολήν το γνωστό ανέκδοτο: 

«Ποιος είναι ο κύριος με τα λευκά άμφια δίπλα στον κ. Κυνηγόπουλο ;»


Ο ίδιος, πιστεύω, πως είχε την αίσθηση του μέτρου των δυνατοτήτων του.

Ίσως επειδή αγωνίστηκε δίπλα σε παίκτες όπως ο Ηράκλειος Κλάγκας, ο Λάκης Βαλαγιώργος και ο Κώστας Καραμανλής. 


Στα νιάτα του ήταν πολύ αγαπητός και είχε εκλεγεί ο πιο δημοφιλής καλαθοσφαιριστής της Θεσσαλονίκης, υποσκελίζοντας  (σε "δημοψήφισμα" της Εφημερίδας "Αθλητικά Νέα") τον Ανέστη Πεταλίδη. 


Οι κακές γλώσσες έλεγαν, τότε, πως έβαλε και ο ίδιος το …χεράκι του υπερψηφίζοντας τον …  εαυτό του.


Δεν είχε διστάσει, εντούτοις, να αναλάβει, επί σειρά ετών, την ομάδα των «κυανολεύκων» και να την οδηγήσει, με την καλύτερη σύνθεσή της ( Τρυφέρης, Μπούσιος , Σιμιρδάνης, Βογιατζής, Μούμογλου, Βλαχόπουλος, Φρύδας, Κυριάκης, Τζαβάρας  Μαργαρόπουλος), στην ουσιαστική κατάκτηση του πανελλήνιου πρωταθλήματος, το 1962. 


Ένας τίτλος που χάθηκε στα …χαρτιά (υπόθεση Νάκιου).  


Ο Άγης ήξερε να κρατάει χαμηλούς τόνους. 

Ως κόουτς άφηνε τον πρώτο λόγο στον «στρατηγό» Τρυφέρη ενώ ως διαιτητής, όταν δεχόταν αυστηρές κριτικές απαντούσε : 

«Ο καλός διαιτητής βλέπει μόνο το …50% από όσα συμβαίνουν στο γήπεδο».

 

Η αντικατάστασή του τις παραμονές του τελικού, το 1964, με την ΑΕΚ καθόρισε την μετάβασή του πίσω από τις κουίντες και στην πολιτική. 


Η αποτυχημένη, μάλιστα, προσπάθεια του να αναμειχθεί στα κοινά, λίγο αργότερα, βάρυνε αρνητικά το αθλητικό βιογραφικό του. 


Επανήλθε, τον Δεκέμβριο του 1976, με την πρωτοβουλία που είχε για την ίδρυση της Ένωσης Καλαθοσφαιρικών Σωματείων Θεσσαλονίκης, γνωστότερης ως ΕΚΑΣΘ. 


Το καταστατικό της συνυπέγραψαν 30 σύλλογοι της πόλης.

Ήταν η πρώτη τοπική καλαθοσφαιρική ένωση της χώρας και συνέβαλε αποφασιστικά στην αλλαγή του κατεστημένου και της Ομοσπονδίας.


Αυτή επήλθε, λίγο αργότερα όταν η Θεσσαλονίκη πρωταγωνίστησε στην ανατροπή και στην είσοδο για πρώτη φορά βετεράνων καλαθοσφαιριστών στην διοίκηση καθώς και στην αναρρίχηση του Γιώργου Βασιλακόπουλου. 


Ο ίδιος θεωρούσε ως κορυφαία υπηρεσία του στο ελληνικό μπάσκετ την ταχύτερη κατά τρία, σχεδόν, χρόνια συμμετοχή του Νίκου Γκάλη στην Εθνική ομάδα. 

 

Ο Γκάλης είχε έρθει στην Ελλάδα ως Αμερικανός πολίτης και είχε αμερικανικό διαβατήριο. 

Αυτό είχε ως συνέπεια, παρά την ελληνική του καταγωγή, η συμμετοχή του στο εθνικό συγκρότημα να υποπίπτει στις διαδικασίες της FIBA που προέβλεπε μεσολάβηση τριών χρόνων. 


Ο Κυνηγόπουλος, ως μέλος της ΕΟΚ και αρχηγός της αποστολής «παρέκαμψε» εύκολα τις ενστάσεις του Γενικού Γραμματέα Αθλητισμού, Παπαναστασίου και προκατέβαλε τις αντιρρήσεις των αντιπάλων μας, που δεν ήταν απληροφόρητοι.

 

Η πρόκριση, στο προολυμπιακό τουρνουά του Βεβέ, χάθηκε αλλά ο Γκάλης, που είχε ταξιδέψει με ομαδικό διαβατήριο, είχε ήδη συμμετοχές με το εθνόσημο, πριν έρθει η «μπλε κάρτα» από την FIBA.


Τον Άγη, τον αντιμετώπιζα επί δεκαετίες με κριτική διάθεση και πολύ αυστηρά «στάνταρ».

 Ένα πρωινό μου τηλεφώνησε για να με ...ευχαριστήσει. 


Του απάντησα απορημένος πως με εκπλήσσει επειδή την προηγουμένη του είχα ασκήσει, ως συνήθως, κριτική. 

Εκείνος απτόητος μου ανταπάντησε: 

«Δεν πειράζει, δεν θέλω να με ξεχνάς!».


Τότε κατάλαβα πως είχε συλλάβει, καλύτερα από μένα, το νόημα της ελληνικής πραγματικότητας.


Από τότε δεν σταμάτησε να μας εκπλήσσει. 

Είτε ως πρόξενος της Λεττονίας είτε ως Διευθυντής του Παλέ ντε Σπορ (από το 2004 ως το 2011). 


Ακόμη και σε «ώριμη» ηλικία, ο Άγης προσπαθούσε να βρίσκεται στην επικαιρότητα αναζητώντας, πάντα, τα φλάς των φωτορεπόρτερς. 


Εκεί ψηλά θα συναντήσει όλους τους παλιόφιλους του και θα τους πείσει, είμαι βέβαιος, να βγουν μια ακόμη φωτογραφία.  


Στην Ελισάβετ, την αγαπημένη του γυναίκα, που τον αντιμετώπιζε, πάντα, σαν ένα μεγάλο παιδί και σε όλη την οικογένεια του εκφράζω τα πιο βαθιά μου συλλυπητήρια.  

 

Σ.Σ. Το «πορτραίτο» το είχε εγκρίνει, όταν του το είχα διαβάσει, πριν από χρόνια, λέγοντας μου πως τον εκφράζει απόλυτα.